Είναι γεγονός ότι γεμίσαμε κριτές και επικριτές στην εποχή που ζούμε. Από τη μία τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και από την άλλη ένας κρυφός ή και φανερός θυμός γιατί ο κόσμος και οι άλλοι να μην είναι όπως τους θέλουμε, έχουν δημιουργήσει ένα κλίμα συνεχούς άρνησης και αντίδρασης. Σαν να είναι ο κόσμος γεμάτος από εφήβους που θέλουν να κατεδαφίσουν, χωρίς να έχουν να προτείνουν κάτι για χτίσιμο. Όταν όμως το παιχνίδι στρέφεται προς εμάς, όταν διαπιστώνουμε ότι έχουμε κάνει λάθη και ότι οι άλλοι μας επικρίνουν, τότε σπεύδουμε να ζητήσουμε την επιείκειά τους, επικαλούμενοι την ανάγκη για μία δεύτερη ευκαιρία, ακόμη κι αν στην πραγματικότητα δεν έχουμε επίγνωση του τι λέμε, τι κάνουμε, τι επιλέγουμε. Να περάσουμε τη στιγμή αυτή είναι ο στόχος μας. Να μην υποστούμε τις συνέπειες των σφαλμάτων μας κι από κει και πέρα θα το ξανασκεφτούμε λίγο, διότι, συνήθως, δεν αλλάζουμε.
Ο συνετός λόγος θέτει μία διαφορετική προοπτική στην πορεία της ζωής μας. Μεταθέτει το κλειδί της όχι στη σκέψη, αλλά στην καρδιά. Μας ζητά να σκεφτόμαστε με την καρδιά. Να επιλεγούμε την οδό της επιείκειας. Να λυπόμαστε δηλαδή για τα κακά του κόσμου και να προχωρούμε με σύνεση στην αντιμετώπιση των προβλημάτων που καθημερινά καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε. Θα πρέπει να αναλαμβάνουμε το μερίδιο ευθύνης που μας αναλογεί και γνωρίζοντας την αλήθεια να αφήνουμε πάντοτε ένα περιθώριο για να απλώσουμε το χέρι στον άλλο που έσφαλε, για να προχωρήσουμε όσο γίνεται μαζί.
Δεν είναι εύκολος ο δρόμος αυτός, διότι σκοντάφτει στο αίσθημα της δικαιοσύνης. Οι άνθρωποι δεν θέλουμε την αδικία, ιδίως όταν την υφιστάμεθα. Θέλουμε τη δικαιοσύνη, συχνά για να παρηγορηθούμε ότι δεν είμαστε όπως οι υπόλοιποι. Αυτός που ζητά τη δικαιοσύνη έχει μέσα του και μία κρυφή χαρά ότι νίκησε με τις επιλογές και τις αρχές του, ακόμη κι αν γνωρίζει ότι ο άνθρωπος είναι το μέτρο του νόμου κι όχι ο νόμος το μέτρο του ανθρώπου. Η επιείκεια δεν σημαίνει αμνήστευση σφαλμάτων ούτε δικαιολόγηση παθών. Σημαίνει όμως μία απόφαση να επιτρέψουμε στον πλησίον να ξαναδεί τη ζωή του μαζί μας, με γνώμονα την αλήθεια και το κοινό καλό και όχι με γνώμονα το ίδιον όφελος και τον θρίαμβο του όποιου ατομικού πάθους.
Οι σύγχρονοι γονείς πέφτουν συχνά σ’ αυτήν την παγίδα. Ανήμποροι να δείξουν την αλήθεια, φοβισμένοι για τη σύγκρουση που η αλήθεια απαιτεί, αμνηστεύουν τα παιδιά και τις πράξεις τους, δικαιολογούν τα πάντα, αρνούνται τα όρια. Είναι άλλο η δεύτερη ευκαιρία και άλλο η αίσθηση ότι δεν υπάρχει τίποτα κακό στη σκέψη ή στις πράξεις ή δεν πειράζει για τίποτα. Η αγάπη προς τα παιδιά μας θέλει αλήθεια. Θέλει όμως και αυτή την αίσθηση της τρυφερής ανοχής και συγχώρησης, που μας κάνει να θλιβόμαστε για το κακό, να μην το υιοθετούμε, αλλά και να μην απορρίπτουμε το ανθρώπινο πρόσωπο και πάντα να σκεφτόμαστε με την καρδιά μας.
Η Διοίκηση