Η αγόρευση του Δικηγόρου μας Λουκά Αποστολίδη στο ΣτΕ στις 6-10-2017
ΣτΕ: ΦΡΑΓΜΟΣ ΣΤΙΣ ΠΕΡΙΚΟΠΕΣ ΤΟΥ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΟΥ
Συζητήσαμε, σε πλήρη Ολομέλεια του ΣτΕ, τις περικοπές του 3ου και 4ου Μνημονίου (ν. 4387/ 2016, 4472/2017), οι οποίες συμπιέζουν και εξισώνουν προς τα κάτω τις συνταξιουχικές αποδοχές. Σ’ ένα μεγάλο πληθυσμό του κοινωνικού σώματος των συνταξιούχων οι αποδοχές διαμορφώνονται κάτω από τα όρια της φτώχειας. Η ισοπεδωτική αυτή πολιτική βαραίνει κύρια τις μεσαίες και ανώτερες συντάξεις. Αλλά και οι διατάξεις για μείωση του αφορολόγητου στις 5.850 βαραίνουν δραματικά και τους χαμηλοσυνταξιούχους. Η πολιτική ηγεσία δυστυχώς, προσπαθεί να λύσει τα ταμειακά ελλείμματα με τις περικοπές σε 2,7 εκ. συνταξιούχους.
Όντας το ακυρωτικό δικαστήριο ΣτΕ, το τελευταίο καταφύγιο της δικαστικής προστασίας των εισοδημάτων και των δικαιωμάτων τους, με τη νομολογία του και ειδικότερα με τις αποφάσεις 2287 και 2288/2015 έβαλε φραγμό στον ορυμαγδό των περικοπών, θέτοντας ως όριο την αξιοπρεπή διαβίωση των συνταξιούχων. Η εκτελεστική και νομοθετική εξουσία δεν σεβάστηκε και δεν εφάρμοσε τις αποφάσεις και προχώρησε σε περαιτέρω περικοπές. Διατυπώσαμε στο ακροατήριο ορισμένες βασικές σκέψεις – κριτήρια για τη δίκαια κρίση.
α. Οι συσσωρευμένες περικοπές της οκταετίας.
Οι υπό κρίση διατάξεις των ν. 4387/2016 και 4472/2017, για την περίοδο 2016 έως 2019 αφαιρούν από τα «υπερήφανα γηρατειά» 18 δισ. ευρώ. Σύμφωνα με έκθεση του Γενικού Λογιστηρίου (υπ’ αριθμ. 141/16/2016) 8 δισ. οι ρυθμίσεις του ν 4387/2016, 8 δισ. με την αύξηση του ποσοστού εισφορών στο ΕΟΠΥ από 4% σε 6% και 1.8 δισ. με την εξαφάνιση της προσωπικής διαφοράς (ν.4472/2017). Βασικός σκοπός των περικοπών είναι η κάλυψη του ταμειακού ελλείμματος του κράτους.
Βασικό κριτήριο για τη δίκαιη δίκη, να μην εξετάσει αυτοτελώς την κάθε περικοπή, αλλά να λάβει υπόψη το σύνολο των περικοπών από το 2010 μέχρι σήμερα. Να λάβει υπόψη το σύνολο των περικοπών στους τρεις ασφαλιστικούς πυλώνες κύριας και επικουρικής σύνταξης, καθώς και στο εφάπαξ. Οι σωρευτικές περικοπές κυμαίνονται από το 45% έως και 65% των συνταξιουχικών περικοπών. Τόνισα ότι το «έγκλημα» δεν είναι στιγμιαίο, αλλά διαρκείας!!! Παραβιάζονται έτσι βασικές συνταγματικές αρχές (ισότητας, ανταποδοτικότητας, αναλογικότητας) διότι η αναπλήρωση του εισοδήματος δεν επιτυγχάνεται σύμφωνα με την έννοια του Συντάγματος αρ. 22 παρ. 5. Δηλαδή, το εισόδημα των συνταξιούχων απέχει από αυτό που είχε ως εργαζόμενος σε ποσοστό 45% έως και 65%.
Το γεγονός αυτό έχει κριθεί με πλούσια νομολογία από τα ευρωπαϊκά και εθνικά δικαστήρια και κύρια του ακυρωτικού, σχετικά με την αναπλήρωση του εισοδήματος.
Οι αποφάσεις της Επιτροπής του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Χάρτη, έκριναν ομόφωνα ότι οι διατάξεις του πρώτου και δεύτερου μνημονίου με τις σωρευτικές περικοπές παραβιάζουν το άρθρο 12 παρ. 3 του Ε.Κ.Χ (Βλ. 76-80/2011).
Το ΣτΕ, το Ελεγκτικό Συνέδριο και το Μισθοδικείο έχουν κρίνει παρομοίως και ειδικότερα για τις μειώσεις του ν. 4093/12. Τονίσαμε στο Δικαστήριο ότι νομολογία αυτή είναι δεσμευτική για τη δίκαιη κρίση, διότι αποτελεί δεδικασμένο όχι απλά δικονομικό αλλά ουσιαστικό.
Επισήμανα δε ότι δυστυχώς οι δικαστικές αποφάσεις της Ολομέλειας του ΣτΕ, δεν γίνονται σεβαστές από την πολιτεία. Δεν εφαρμόζονται, αφού ο ν. 4387/2016 δεν τις έλαβε υπόψη και τις υπερπήδησε με «άλμα στο κενό» με αόριστο και αβάσιμο επιχείρημα, ότι ο ν. 4472/ 2017 επαναϋπολογίζει όλες τις συντάξεις από την αρχή!!! Θαρρείς και οι περικοπές με τους ν.4387/2016που κρίθηκαν αντισυνταγματικές δεν ήταν απώλεια εισοδημάτων, αλλά «κενό αέρος»!!!
Για να είναι δίκαιη η κρίση οφείλει το δικαστήριο να εξετάσει στο σύνολο τις σωρευτικές περικοπές και να βάλει φραγμό στον οδυνηρό, κατήφορο της λιτότητας. Επιβάλλεται η κρίση του ακυρωτικού να προστατεύσει το «κοινωνικό μοντέλο» της χώρας, που στοχεύαμε να κερδίσουμε το μέσο ευρωπαϊκό κεκτημένο και δυστυχώς οδεύουμε χωρίς φρένα τον κατήφορο προς το «βαλκανικό μοντέλο».
β. Το δημόσιο και το ιδιωτικό συμφέρον.
→Το Δημόσιο συμφέρον
Κατανοούν οι εργαζόμενοι και οι συνταξιούχοι τις ανάγκες της Πολιτείας. Δεν αποδέχονται βέβαια να σηκώνουν δυσανάλογα τα βάρη της οικονομικής εξυγίανσης του κράτους, που αντί να παρέχει προστασία ουσιαστική, προσπαθεί με φιλοδωρήματα να αντιμετωπίσει την ανθρωπιστική κρίση.
Η εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος δεν σημαίνει ότι με την απλή επίκληση των ταμειακών ελλειμμάτων του Δημοσίου δεν λαμβάνεται υπόψη το ιδιωτικό συμφέρον, το εισόδημα των εργαζομένων και των συνταξιούχων.
Η νομολογία των ευρωπαϊκών και εθνικών δικαστηρίων στη βάση των διεθνών και ευρωπαϊκών συμβάσεων, έχει διαμορφώσει συγκεκριμένα αντικειμενικά κριτήρια στη βάση των οποίων οι δικαστές κρίνουν, ελέγχουν τη νομιμότητα, τα συνταγματικά όρια των κανόνων δικαίου που ψηφίζει η νομοθετική εξουσία.
Βασικό κριτήριο είναι η αναλογιστική μελέτη, αφενός για να επιβεβαιώνεται επιστημονικά και τεκμηριωμένα η αναγκαιότητα των μέτρων και αφετέρου η αποτελεσματικότητά τους.
Η βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος, χάριν και της οποίας γίνονται οι ρυθμίσεις, δεν κρίνεται μονάχα με την οικονομική της διάσταση, αλλά και με το κοινωνικά αποδεκτό, την ποιότητα των περιεχομένων υπηρεσιών και αποδοχών. Δεν μπορείς να λύσεις το πρόβλημα της βιωσιμότητας του συστήματος με την παροχή συντάξεων προνοίας και άλλα φιλοδωρήματα.
Με τις υπό κρίση διατάξεις το Δημόσιο εγγυάται, με χρήματα του κρατικού προϋπολογισμού μονάχα την εθνική σύνταξη των 385 και 310 ευρώ!!!
Για την επικούρηση και το εφάπαξ το Δημόσιο νίπτει τας χείρας, παραβιάζοντας ευθέως και βάναυσα το άρθρο 12 παρ. 2 και 3 του Ε.Κ.Χ. και άλλες ευρωπαϊκές συμβάσεις καθώς και το συνταγματικό δικαίωμα αρ.22 παρ. 5 που επιβάλλουν η αναπλήρωση η αναπλήρωση του εισοδήματος να μην απέχει ουσιωδώς από αυτό που είχε ως εργαζόμενος.
Η ρήτρα μηδενικού ελλείμματος, αντικαταστάθηκε στην επικουρική σύνταξη με το σύστημα ουκ αν λάβεις παρά του μη έχοντος (αυτόματος μηχανισμός εξισορρόπησης). Το Δημόσιο δεν εγγυάται πλέον την κάλυψη των ελλειμμάτων των Ταμείων.
Δεύτερο κριτήριο ελέγχου της νομιμότητας των επίδικων ρυθμίσεων είναι η προσφορότητα των μέτρων και αν η Πολιτεία εξέτασε άλλα μέτρα για τη βιωσιμότητα του συστήματος, εκτός από τις εισφορές και τις συνεχείς μειώσεις των παροχών σε είδος και σε χρήμα.
Τρίτο κριτήριο είναι η κατάσταση της απασχόλησης του εργατικού δυναμικού, το δημογραφικό, η μετανάστευση του νέου επιστημονικού δυναμικού και άλλα επιμέρους μέτρα που μια σοβαρή αναλογιστική μελέτη, μπορεί να πείσει για την ορθότητα και την αποτελεσματικότητά της.
Στην προκειμένη περίπτωση, το Δημόσιο ούτε αναλογιστική μελέτη έκανε πριν την νομοθέτηση των προσβαλλόμενων διατάξεων, αλλά και προκλητικά οι εκπρόσωποι της Πολιτείας ανέφεραν στο Δικαστήριο ότι δεν χρειάζονται μελέτη, δεν είναι αναγκαίο να γίνει μελέτη, αρκεί η οικονομική έκθεση που συντάχθηκε άρον άρον στις αρχές του 2016 χωρίς να σεβαστεί τα διεθνή πρότυπα-κριτήρια για την αξιοπιστία της.
- Το ιδιωτικό συμφέρον.
Η νομολογία είναι πλούσια σχετικά με τις θεμελιώδεις, συνταγματικές αρχές, για την προστασία του ιδιωτικού συμφέροντος, έναντι του δημοσίου.
Οι αρχές της αναλογικότητας, της ανταποδοτικότητας και της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, για την ασφάλεια και την προστασία που οφείλει το Κράτος να παρέχει στους πολίτες, παραβιάζονται βάναυσα. Στη βάση αυτών των αρχών κρίνεται η αξιοπρεπής διαβίωση του πολίτη που αποτελεί το πρωταρχικό μέλημα μιας δίκαιης Πολιτείας, ενός Κράτους Δικαίου.
Στη βάση της αρχής της αναλογικότητας, λαμβάνοντας υπόψη το κοινωνικό – οικονομικό περιβάλλον, τις ανάγκες της Πολιτείας καθώς και τις ανάγκες διαβίωσης των συνταξιούχων, ο δικαστής θα κρίνει αν υπερτερεί το δημόσιο ή το ιδιωτικό συμφέρον. Στην προκειμένη περίπτωση, πρέπει να υπερισχύσει το ιδιωτικό συμφέρον, διότι το Σύνταγμα επιβάλλει αναπλήρωση του εισοδήματος του συνταξιούχου πλησίον αυτού που είχε ως εργαζόμενος.
Όπως αναφέρθηκα οι επίδικες διατάξεις περιορίζουν έτη περαιτέρω, με 18 δισ. το συνταξιουχικό κοινωνικό σώμα, (δηλαδή συρρικνώνουν το εισόδημα τις κάθε είδους παροχές). Για να κρίνουν δίκαια οι δικαστές οφείλουν να λάβουν υπόψη το σύνολο των περιοριστικών περικοπών και σε ποιο βαθμό αυτές όχι μόνον δεν πλησιάζουν το εισόδημα που είχαν ως εργαζόμενοι, αλλά έχουν δημιουργήσει τεράστιο χάσμα, που προσβάλει το επίπεδο αξιοπρεπούς διαβίωσης των συνταξιούχων.
Η αρχή της ανταποδοτικότητας στο ασφαλιστικό σύστημα, δεν μπορεί σε άνισες καταστάσεις να διαμορφώνει ίσους κανόνες και να ανατρέπει πλήρως το εργασιακό μοντέλο. Δεν είναι δίκαιο να τιμωρείς αυτούς που δουλεύουν περισσότερα χρόνια πληρώνοντας μεγαλύτερες εισφορές και ισοπεδώνοντας προς τα κάτω το εισόδημά τους. Η ανταποδοτικότητα εισφορών – παροχών, η αναπλήρωση της σύνταξης, όσο το δυνατό πλησιέστερα στις αποδοχές του εργαζομένου αποτελούν θεμελιώδη αρχή της έννομης τάξης στο ασφαλιστικό σύστημα.
Στην προκειμένη περίπτωση οι μεσαίες και ανώτερες συντάξεις έχουν βάναυσα περικοπεί και περιορισθεί σε βαθμό που παραβιάζεται η αρχή της ανταποδοτικότητας εισφορών – παροχών. Το σύστημα βαθμίδων συρρικνώνεται προς τα κάτω και σε 15 χρόνια οι νέοι συνταξιούχοι σε ποσοστά 65% θα παίρνουν συντάξεις πλησίον της εθνικής σύνταξης των 385ευρώ.
Στη βάση της αρχής δικαιολογημένης εμπιστοσύνης προς το κράτος στην προκειμένη περίπτωση η Πολιτεία έχει κυριολεκτικά τη χειρότερη δυνατή αναξιοπιστία. Ίσως στην τελευταία οκταετία το κάθε μέρα και χειρότερα είναι η πραγματικότητα στα εισοδηματικά και τις παροχές των συνταξιούχων. Έχει πολλές φορές, όπως και με τις επίδικες διατάξεις, παραβιασθεί βάναυσα η αρχή της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης προς το κράτος.
Δαπάνες αξιοπρεπούς διαβίωσης για τους πολίτες.
Η νομολογία έχει θέσει ως όριο στις περικοπές το κριτήριο της αξιοπρεπούς διαβίωσης του πολίτη.
Το Συμβούλιο Ιδιωτικού Χρέους όρισε «τις εύλογες μηνιαίες δαπάνες διαβίωσης» (γνωστές ως δαπάνες αξιοπρεπούς διαβίωσης) για τη ρύθμιση δανείων με τις Τράπεζες, όρισε το ποσό των 1347 ευρώ καθαρά, δηλαδή χωρίς δαπάνες για φόρους, ασφαλιστικές εισφορές, ενοίκια ή δόσεις δανείου, για τετραμελή οικογένεια. Ειδικότερα για ένα άτομο 537 έως 682 ευρώ. Για ζευγάρι από 906 – 1160 ευρώ, για ενήλικα με ένα ενήλικα 758 ευρώ ως 962 για ένα ζευγάρι με ένα παιδί από 1126 έως 1440 και ούτω καθ’ εξής. Άλλο ζήτημα είναι τα όρια της φτώχειας, όπως ορίζονται από την ΕΛΣΤΑΤ, η οποία θεωρεί, ως όριο τα 500 ευρώ καθαρά, χωρίς τα δημόσια βάρη.
Ο υπολογισμός έγινε από την ΕΛΣΤΑΤ, με εμπειρογνώμονες των Υπουργείων Ανάπτυξης και Οικονομικών, στα στοιχεία Έρευνας Οικογενειακών Προϋπολογισμών (Ε.Ο.Π.).
Σύμφωνα με τον κώδικα δεοντολογίας των Τραπεζών που βρίσκεται σε διαβούλευση το πιστωτικό ίδρυμα οφείλει να λαμβάνει υπόψη τις εύλογες δαπάνες διαβίωσης. (Πηγή: http:/www.efsyn.gr/3p=188939).
Τα ως άνω στοιχεία για την αξιοπρεπή διαβίωση ισχύουν από το 2015 υποχρεωτικά στο εξωδικαστικό συμβιβασμό επιχειρήσεων. Τα παραπάνω στοιχεία πρέπει να αποτελέσουν τα όρια, τον φραγμό ως προς τον δικαστικό έλεγχο νομιμότητας των επικείμενων διατάξεων του 3ου και 4ου Μνημονίου.