Αρχική » 2025 » Φεβρουάριος » 13
Αρχείο ημέρας 13 Φεβρουαρίου 2025
Ο παράξενος λόγος που τα κράκερ έχουν τρύπες
Υπάρχει εξήγηση

Μπορεί να το έχετε παρατηρήσει ήδη, κι αν όχι θα το κάνετε τώρα.
Τα κράκερ, οποιοδήποτε σχέδιο ή μάρκα κι αν πάρετε, έχουν επάνω συνήθως τρύπες. Για ποιο λόγο, όμως, συμβαίνει αυτό; Αυτές, λοιπόν, οι μικρές τρύπες επιτρέπουν στον ατμό να διαφύγει από τη ζύμη κατά τη διάρκεια του ψησίματος. Έτσι τα κράκερ παραμένουν λεπτά και τραγανά και δεν φουσκώνουν όπως τα μπισκότα. Αφού τα πλάσουν σε λεπτό μέγεθος, στη με ένα ειδικό εργαλείο σχηματίζονται στην επιφάνειά της διάσπαρτες τρύπες, σε αριθμό και θέσεις συγκεκριμένες, ανάλογα με το μέγεθος που επιθυμεί ο κατασκευαστής να δώσει στα κράκερ.
Οι τρύπες, στην πραγματικότητα, είναι αυτές που διαφοροποιούν τα κράκερ από τα μπισκότα τα οποία πρέπει να φουσκώσουν σε αντίθεση με τα κράκερ που πρέπει να ψηθούν και να παραμείνουν λεπτά και τραγανά.
ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ/ Ηχώ της Μνήμης

Πόσοι και πόσοι όλα αυτά τα χρόνια δεκαετίες πολλές, εργαζόμενοι των ΕΗΣ-ΗΣΑΠ ήλθαν, δούλεψαν τα του βίου εργασιακά χρόνια και παρήλθαν. Απόμαχοι τώρα γεμάτοι με δεσμούς αναμνήσεων. Αναμνήσεις ζωντανές και κυρίαρχες. Μερικές μοιάζουν με αλυσίδες χρονικά συντριμμένες. Άλλες πάλι κείτονται κατάχαμα στο πανιόλο (κατώτερο επίπεδο) στο χώρο τον νοσταλγικό μιας ζεστής απουσίας.
Συνάδελφοι και εργασιακοί χώροι, γεγονότα και πράγματα. Βιώματα ζωής συνεχούς και επίμονης, περάσματα και προσδοκίες και ταξίδια συγκοινωνίας, τραίνα που ήρθανε και λεωφορεία των ΕΗΣ που έφυγαν.
Κι η σκέψη τους έρχεται και σωπαίνει ολόγυρα των απομάχων τ’ αυτιά. Οι απόδημες μέρες της εργασίας∙ λειτουργικά ξυπνούνε μια μια, σαν τ’ αποδημητικά πουλιά που ξανάρχονται στου καλοκαιριού τη νύκτα.
Να ‘τανε άραγε, σαν λόγος που έπεσε κάποτε σε κάποιο δρομολόγιο; Ένα χέρι που σφίξαμε γνωστού στο Τραμ, ή μια ματιά που φυτεύτηκε και ρίζωσε στη μνήμη, την έγνοια της;
Όλα τούτα ανάμεσα και παλιά μπορεί να ‘ναι βέβαια περασμένα σήμερα, μα όχι ξεχασμένα. Αλλά πιότερα ζωντανά, μιας κι η ησυχία του βίου ενεργά τα φωτίζει. Γέμισαν τότε τις μέρες μας, όλα τούτα και τα ζήσαμε και τα νοιώσαμε και τ’ αγαπήσαμε, γιατί ήταν ζωή απ’ τη ζωή μας.
Από τότε που φύγαμε, πάνε χρόνια πολλά για μας περσότερα, και για τους νέους συνταξιούχους λιγότερα.
Δεν ξαναγυρίσανε κείνα τα χρόνια της δουλειάς τ’ αγαπημένα. Ήρθαν άλλα χρόνια, άλλες αγάπες. Αποχθήσαμε τη συνήθεια ή την αρετή, ποιος ξέρει; να ξεχωρίζουμε ανάμεσα σε καλές μέρες εργασίας και άσχημες. Γίναμε, κριτές του εαυτού μας και των άλλων συναδέλφων, στις ιστορίες μας.
Αλλάξαμε πράγματι πνευματικά και σωματικά πολύ. Αλλάξαμε, μα το βιβλίο της εργασιακής μας ζωής το παλιό δεν απολησμονήθηκε πέρα για πέρα.
Είναι από κείνα που και σήμερα ζούνε και πάντα θα ζούνε, του χρωστάμε μέρος πολυσήμαντο από ό,τι είμαστε τώρα. Δεν είναι πεθαμένο είναι αναστημένο μέσα μας σε μια νέα ζωή που γευτήκαμε τότε που δεν είχαμε ακόμη κερδίσει την πείρα, τη σωφροσύνη και τη δύναμη, απαλλαγμένο από τις βαριές βιοτικές ανάγκες.
Κάθε μέρα της ζωής εκείνης μετεωρίζεται μέσα μας, σαν βροχή στον άνεμο, κάθε μέρα ξεκάρφωτη που δεν γίνεται να την χάσουμε πια. Πίσω από αυτή βρισκόμαστε εμείς με λαχτάρα και θέληση για ζωή. Με τα χρόνια, ο καιρός του απόμαχου πύργωσε τον αμμόλοφο της μνήμης, με στιβαρή θέληση του ή μίζερη πραγματικότητα δεν μπορεί να ξεθωριάσει.
Η μνήμη λαμπυρίζει και δεν χάθηκε, γιατί η ψυχή μας που την έπλασε, και η καρδιά μας που την στενάζει μέσα της
Η μνήμη, η ανάμνηση της εργασιακής μας ζωής, από ποια βάθη μας έρχεται;
Το είπαμε, το νοιώσαμε στα χρόνια της νιότης, μέσα στο Τραμ, την Ηλεκτρικό και τα λεωφορεία, το είπαμε μόνοι, το είπαμε μαζί με τον κόσμο που μεταφέραμε. Κ’ η μνήμη πλάτυνε και χώρεσε μέσα της ολάκερη τη στιγμή, που μπορεί να ήταν και η μεγάλη στιγμή μας. Κ’ ύστερα τότε, λησμονήθηκε. Και τώρα ξανάρθε πάλι κοντά μας κ’ ήταν τα νιάτα, κ’ ήταν κείνη η στιγμή η μοναδική που μας θύμιζε, σ’ ένα χώρο εργασίας, προσφοράς βιοαγώνα καθήκοντος κοινωνικού, χώρος απουσίας τώρα. Κι ο χρόνος ο μισός, ο ατελείωτος, μισός χαμένος στη λησμονιά, μισός ζωντανεμένος στη μνήμη. Δεν είναι πια μια μορφή της τότε καθημερινής εργασίας, είναι ένα περιστατικό, ένας πόνος μνήμης, μια ανάμνηση, μια ιστορία.
Ο καιρός πέρασε για μας, όπως περνά για όλους, πάνω στα αλαφριά του μονόξυλα κ’ οι ακροθαλασσιές σβήνουν αργά στα μάκρη της θάλασσας.
Πολλά γεγονότα και πράγματα της ακμαίας υπηρεσίας μας αρρωσταίνουν, γεμίζουν σκόνη, στα παλιά τους ράφια τ’ ανήλιαγα. Τα περασμένα σωπαίνουν.
Μα να, έρχεται κάποτε δυνατός ο πόθος των παλαιμάχων της εργασίας. Τινάζει τη σκόνη και μ’ αβέβαια δάκτυλα ξυπνάει τους κοιμισμένους μηχανισμούς με τα μάτια τα βασιλεμένα, τα μάτια της νιότης. Και τότε οι απουσίες της θύμησης ξαναζούν σε ζεστές παρουσίες.
Με τέτοιο σφριγηλό πνεύμα ζωής, προσφοράς ανεκτίμητης, όχι ζητηθείσα, αλλ’ ελευθέρως προσφερθείσα είναι γεμάτο το Σωματείο Συνταξιούχων ΗΣΑΠ με τον ακούραστο οιακοστρόφιο Ευθύμιο Ρουσιά και τον άλλο συνεργάτη Νίκο Μητροκώτσα.
Και το μεγάλο δημιούργημα του Μουσείου των Σιδηροδρόμων ΕΗΣ που η θέληση και η άοκνος προσπάθεια του Μανώλη Φωτόπουλου, έστησε υπερήφανο κόσμημα εργασίας, παρελθόντος και μέλλοντος.
Μια νέα πορεία, μια νέα πείρα. Κι όχι τόσο για να ζήσουμε κείνο που πέρασε, όσο για να ξαναζήσουμε μαζί του, έτσι δα, σαν το δένδρο που το τινάζουμε για να πέσουν οι σάπιοι καρποί και να απομείνουν απάνω του οι καρποί οι γεροδεμένοι, οι βελουδένιοι, οι στρογγυλοί, τα μήλα των εσπερίδων.
Πίσω από το Σωματείο και το Μουσείο, υπάρχουν συνάδελφοι των ΕΗΣ-ΗΣΑΠ που γερά κατέχουν την ανθρωπιά τους.
Είναι αυτοί που συναπαντήσανε τη μνήμη, που δεν την αφήσανε να πεθάνει μέσα τους και έχουν προφθάσει να σπείρουν τον σπόρο τον αγαθό. Και τα δοσήμαντα πρέπει σε δαύτους αντίστοιχα να ‘ναι. Μ’ αυτούς δεν παλιώνουν οι αναμνήσεις.
Να λοιπόν πια ανάμνηση δεν παλιώνει. Η όμορφη και γεμάτη, προσφορά ζωής και πράξης που πορεύεται από τον παλιό εργαζόμενον στον νέο με αγάπη.
Ας μη μας ξεγελούν τα φαινόμενα. Οι χωρατατζήδες περνάνε, τα εργασιακά τους σπιθοβολήματα σβήνονται, σαν τις πυγολαμπίδες, μόλις χαράξει η καινούρια ημέρα στον κήπο. Δύσκολο πολύ δύσκολο να γελάσουν με το ίδιο χωρατό, καιροί διαφορετικοί.
Η μνήμη είναι ένας καρπός με πολλά, πάρα πολλά φλούδια. Ο άνθρωπος που τη γράφει. Ο καιρός και ο τόπος. Ο άνθρωπος που τη θέτει σε ενεργειακή λειτουργία. Και παραμένουν άξιοι της μόνον εκείνοι που αληθινά μπορούν να την αντικρύσουν κατάματα, χωρίς να θέλουν τίποτε να της ζητήσουν. Τις ανάγκες τους άφησαν στην αρχή-αρχή του δρόμου.