Στις 16 Σεπτεμβρίου του 1904 πραγματοποιείται η ηλεκτροδότηση του ατμοκίνητου σιδηροδρόμου Αθηνών – Πειραιώς. Ο κόσμος τρομοκρατημένος από τη χρήση του ηλεκτρικού φτάνει στο σημείο να εκδίδει μονό εισιτήριο διαδρομής, καθώς δεν είναι σίγουρος ότι θα ταξιδεύσει ασφαλώς, ώστε να φτάσει στον προορισμό του ζωντανός. Στις 10 ο «ηλεκτρικό τραίνο» όπως το αποκαλούσαν, διακόπτει τη λειτουργία του καθώς ένας 25χρονος Κρητικός ο Τσιμιγγάκης, θέλοντας να επιβεβαιώσει τις φήμες που είχε ακούσει για τον κίνδυνο του ηλεκτρικού, προσπάθησε να ρίξει στις γραμμές σίδερο για να προκαλέσει βραχυκύκλωμα. Ο περίεργος αυτός άνθρωπος συνελήφθη εγκαίρως και ο πειραματισμός του απέτυχε.
Λίγες μέρες αργότερα, στις 12 Οκτωβρίου, το πρωινό τραίνο των οκτώ σταμάτησε ξαφνικά στο ύψος του Μοσχάτου. Το απότομο αυτό σταμάτημα δημιούργησε πανικό στους επιβάτες, οι οποίοι έντρομοι προσπάθησαν να ανοίξουν τις θύρες των βαγονιών για να βγουν, φοβούμενοι ότι θα καούν εξαιτίας κάποιου βραχυκυκλώματος. Κατεβλήθη μεγάλη προσπάθεια, ώστε οι θύρες να μην ανοίξουν, καθώς τότε ήταν που θα διέτρεχαν το φόβο να πατήσουν οι επιβάτες πάνω στις ηλεκτροφόρες γραμμές.
Οι ξαφνικές στάσεις του «ηλεκτρικού τραίνου» από κάψιμο ασφαλειών ήταν συχνές, τόσες που ο λαός τελικώς τον βάφτισε «Σταμάτη». Οι αμαξάδες το διάστημα αυτό έκαναν χρυσές δουλειές. Από τις 16 Οκτωβρίου σταθμεύουν έξω από κάθε σιδηροδρομικό σταθμό και εκτελούν τα ίδια δρομολόγια με τον «ηλεκτρικό» στον οποίο οι επιβάτες φοβούνται να μπουν. Μέχρι που στις 19 Οκτωβρίου του 1904 μια είδηση παραμερίζει το φόβο του “ηλεκτρικού τραίνου”. Ανακοινώνεται ο θάνατος ενός ανθυπολοχαγού του Πυροβολικού Παύλου Μελά που είχε πέσει μαχόμενος μέρες νωρίτερα, στις 13 Οκτωβρίου.
Στις 22 Οκτωβρίου του 1904, ημέρα Παρασκευή, τελέστηκε το μνημόσυνο για τον Παύλο Μελά στην Μητρόπολη Αθηνών. Την ημέρα εκείνη οι εργάτες του λιμανιού διέκοψαν την απεργία τους, όπως και οι εργάτες των κυλινδρόμηλων. Ο Πειραιάς έλαβε μια πένθιμο όψη, βυθισμένος ολάκερος σε μια μελαγχολία αλλά συνάμα και σε έναν ιερό ενθουσιασμό.
Οι θαμώνες των καφενείων σηκώνονταν από τις θέσεις τους και έφευγαν, οι αγοραστές των καταστημάτων άφηναν στην άκρη ό,τι είχαν επιλέξει να αγοράσουν και αποχωρούσαν από τα καταστήματα, τα οποία μόλις άδειαζαν από τον κόσμο, έκλειναν.
Σε λίγο μόνο διάστημα το αδιάφορο αλλά πολύβουο πλήθος του μεγάλου λιμανιού, μεταβλήθηκε σε μια απέραντη νεκρούπολη. Όλοι ανέβαιναν στην Αθήνα για δηλώσουν την παρουσία τους στο μνημόσυνο του Μελά. Κανείς πλέον δεν αγωνιούσε για το “ηλεκτρικό τραίνο” και τους κινδύνους ενός βραχυκυκλώματος.